Greek Meaning of smaller pectoral muscle
Ο μικρός θωρακικός μυς
Other Greek words related to Ο μικρός θωρακικός μυς
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of smaller pectoral muscle
- smalley => Smalley
- smalleye hammerhead => Σφυροκέφαλος με μικρά μάτια
- small-for-gestational-age infant => Μωρό μικρό για την ηλικία κύησης
- small-fruited => μικροκαρπία
- small-grained => λεπτόκοκκος
- smallholder => μικροκαλλιεργητές
- smallholding => αγρόκτημα
- smallish => μικρός
- small-leaved lime => Φλαμούρι με μικρά φύλλα
- small-leaved linden => Φιλύρα μικρόφυλλη
Definitions and Meaning of smaller pectoral muscle in English
smaller pectoral muscle (n)
a skeletal muscle that draws down the scapula or raises the ribs
FAQs About the word smaller pectoral muscle
Ο μικρός θωρακικός μυς
a skeletal muscle that draws down the scapula or raises the ribs
No synonyms found.
No antonyms found.
smaller => μικρότερος, small-eared => μικρόταυτο, small-capitalization => μικρή κεφαλαιοποίηση, small-capitalisation => μικρής κεφαλαιοποίησης, small-arm => Μικρό όπλο,