Greek Meaning of small-capitalisation
μικρής κεφαλαιοποίησης
Other Greek words related to μικρής κεφαλαιοποίησης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of small-capitalisation
- small-capitalization => μικρή κεφαλαιοποίηση
- small-eared => μικρόταυτο
- smaller => μικρότερος
- smaller pectoral muscle => Ο μικρός θωρακικός μυς
- smalley => Smalley
- smalleye hammerhead => Σφυροκέφαλος με μικρά μάτια
- small-for-gestational-age infant => Μωρό μικρό για την ηλικία κύησης
- small-fruited => μικροκαρπία
- small-grained => λεπτόκοκκος
- smallholder => μικροκαλλιεργητές
Definitions and Meaning of small-capitalisation in English
small-capitalisation (a)
of stocks of companies with a market capitalization of less than one billion dollars
FAQs About the word small-capitalisation
μικρής κεφαλαιοποίησης
of stocks of companies with a market capitalization of less than one billion dollars
No synonyms found.
No antonyms found.
small-arm => Μικρό όπλο, smallage => Σέλινο, small white aster => Μικρό λευκό αστέρι, small white => μικρό λευκό, small voice => Ψιλή φωνή,