FAQs About the word shush

Σσσς

silence (someone) by uttering `shush!'

σιωπήστε,βουβός,ήσυχος,εγκαθιστώ,σιωπή,σβήνω,σβήνω,ηρεμώ,πνίγω,ακόμα

ανακατεύω,αναταράζω

shunting => ελιγμός, shunter => διακλάδωση, shunted => εκτροπιασμένος, shunt winding => Παράλληλη περιέλιξη, shunt valve => βαλβίδα διακλάδωσης αίματος,