Greek Meaning of shipped (out)
Αποστολή (στο εξωτερικό)
Other Greek words related to Αποστολή (στο εξωτερικό)
Nearest Words of shipped (out)
Definitions and Meaning of shipped (out) in English
shipped (out)
to leave one place and go to another for military duties
FAQs About the word shipped (out)
Αποστολή (στο εξωτερικό)
to leave one place and go to another for military duties
έβαλαν πανιά,έπλευσε,επιβιβάστηκε στο πλοίο,κωπηλατώ,πλεύρισε,μεταφέρθηκε,πλοηγήθηκε,ταξίδεψε,με κανό,γλίστρησε
No antonyms found.
shippable => αποστολής, shipments => αποστολές, shipmates => ναυτικοί, shiploads => φορτία πλοίων, ship (out) => αποστολή (στο εξωτερικό),