FAQs About the word sherlock

Σέρλοκ

someone who can be employed as a detective to collect information

ντετέκτιβ,ερευνητής,,ιδιωτικός ντετέκτιβ,λειτουργικός,Ιδιωτικός Ερευνητής,ιδιωτικός ερευνητής,ιδιωτικός ερευνητής,ντετέκτιβ,ντετέκτιβ

No antonyms found.

sheriffwick => Σέριφγουικ, sheriffship => σεριφάτο, sheriff's sale => πώληση σερίφη, sheriffry => σερίφης, sheriffdom => Σεριφείο,