Greek Meaning of private investigator

ιδιωτικός ερευνητής

Other Greek words related to ιδιωτικός ερευνητής

Definitions and Meaning of private investigator in English

Wordnet

private investigator (n)

someone who can be employed as a detective to collect information

FAQs About the word private investigator

ιδιωτικός ερευνητής

someone who can be employed as a detective to collect information

ντετέκτιβ,ερευνητής,Ιδιωτικός Ερευνητής,ιδιωτικός ερευνητής,,ιδιωτικός ντετέκτιβ,hawkshaw,λειτουργικός,ντετέκτιβ,ιχνηλάτης

No antonyms found.

private instructor => Ιδιωτικός καθηγητής, private foundation => ιδιωτικό ίδρυμα, private eye => ιδιωτικός ερευνητής, private enterprise => .ιδιωτική επιχείρηση, private detective => Ιδιωτικός Ερευνητής,