Greek Meaning of self-starters

Αυτοκινητήρες

Other Greek words related to Αυτοκινητήρες

Definitions and Meaning of self-starters in English

self-starters

a person who has initiative, a person who is ambitious, starter sense 3a

FAQs About the word self-starters

Αυτοκινητήρες

a person who has initiative, a person who is ambitious, starter sense 3a

εργοστάσια παραγωγής ενέργειας,Επιτυχημένοι,Ενεργοί,Αριστούχοι,Υψηλοί πετώντες,Τσαρλατάνοι,Επεισέρχομενοι,δράστες,επιχειρηματίες,συνεχίστε

τεμπέληδες,ξαπλώστρες,τσακιστήδες,παίκτες,shirkers,οi τεμπέληδες,τεμπέλης,οι αργοπορημένοι,αλήτες,συντηρητικοι

self-searching => αυτοαναζήτηση, self-scrutiny => αυτοεξέταση, self-ruling => αυτοδιοικούμενος, self-revelation => αυτοαποκάλυψη, self-reproachful => αυτοκριτικός,