FAQs About the word safe sex

Definition not available

sexual activity (especially sexual intercourse) with the use of measures (such as latex condoms) to avoid the transmission of disease (especially AIDS)

εμπόριο,σχέσεις,αναπαραγωγή,σαρκικότητα,συνέδριο,σύζευξη,ερωτοτροπία,άνω κάτω,ουαου

No antonyms found.

safe period => ασφαλής περίοδος, safe house => ασφαλές σπίτι, safe harbor => Ασφαλές καταφύγιο, safe and sound => σώος και αβλαβής, safe => ασφαλής,