Greek Meaning of rubberstamp

Ελαστική σφραγίδα

Other Greek words related to Ελαστική σφραγίδα

Definitions and Meaning of rubberstamp in English

Wordnet

rubberstamp (v)

stamp with a rubber stamp, usually an indication of official approval on a document

approve automatically

FAQs About the word rubberstamp

Ελαστική σφραγίδα

stamp with a rubber stamp, usually an indication of official approval on a document, approve automatically

Ηχώ,Ακόλουθος,Μιμητής,διάφραγμα,μιμητής,παπαγάλος,wannabe,wannabe,πίθηκος,Αντιγραφέας

πτώση,αρνούμαι,απαγορεύω,αποδοκιμάζω,αρνητικός,απαγορεύω,απορρίπτω,απορρίπτω,βέτο,απαγόρευση

rubber-necking => Κοιτάζω το καουτσούκ, rubbernecker => θεατής, rubberneck => περίεργος, rubberlike => ελαστικός, rubberize => Ελαστικοποιώ,