FAQs About the word repaying

αποπληρώνω

of Repay

αποζημίωση,αντιστάθμιση,επιστροφή χρημάτων,ανταπόδοση,εκκαθάριση,επιστροφή,αποπληρωμή,εναλλασσόμενος,αποζημίωση,αμοιβή

οφειλόμενος

repayable => Εξοφλήσιμος, repay => αποπληρώνω, repatriation => επαναπατρισμός, repatriate => επαναπατρίζω, repasture => βοσκότοπος,