Greek Meaning of refinance

Αναχρηματοδότηση

Other Greek words related to Αναχρηματοδότηση

Definitions and Meaning of refinance in English

Wordnet

refinance (v)

renew the financing of

FAQs About the word refinance

Αναχρηματοδότηση

renew the financing of

συνήγορος,βοήθεια,Επιστροφή‌,αξιοποιώ,Συνχρηματοδότηση,Εγκρίνει,οικονομικά,Ταμείο,εγκρίνω,χορηγός

αφαιρούμε χρηματοδότηση

refilling => ξαναγέμισμα, refill => επαναγέμιση, refigure => επανυπολογίζω, referring => αναφερόμενο, referrible => αναφέριμος,