Greek Meaning of re-equip
εφοδιάζω εκ νέου
Other Greek words related to εφοδιάζω εκ νέου
- εκχωρώ
- χέρι
- οχυρώνω
- ετοιμάζω
- Ανακατασκευάζω
- Αναδιαμορφώνω
- αναθέτω
- διανέμω
- εκχωρώ
- δωρίζω
- συνεισφέρω
- Μοιράστε
- διανέμω
- διανέμω
- διανέμω
- δωρίσει
- εξοπλίζω
- διανέμω
- διανέμω
- (διανέμω)
- μερίδα
- παρόν
- αναλογικά κατανεμηθεί
- Επανεξοπλισμός
- προμήθεια
- εξοπλίζω
- Εξοπλίζω
- παρέχω
- ζώνω
- δίνω
- Δεσμίδα (για είσοδο ή έξοδο)
- στολή
- διάταξη
- Εξοπλισμός
- απόθεμα
- κατάστημα
Nearest Words of re-equip
- reentry => Επαναφορά
- reentrant polygon => Επαναλαμβανόμενο πολύγωνο
- reentrant angle => Εισερχόμενη γωνία
- re-entrant => επανεισόδου
- reentrant => επανεισερχόμενο
- reentrance => επανείσοδος
- reenthronement => ενθρόνιση
- reenthrone => επανατοποθέτηση στο θρόνο
- reentering polygon => Επαναεισερχόμενο πολύγωνο
- reentering angle => Γωνία επανεισόδου
Definitions and Meaning of re-equip in English
re-equip (v)
re-equip a factory or plant
FAQs About the word re-equip
εφοδιάζω εκ νέου
re-equip a factory or plant
εκχωρώ,χέρι,οχυρώνω,ετοιμάζω,Ανακατασκευάζω,Αναδιαμορφώνω,αναθέτω,διανέμω,εκχωρώ,δωρίζω
στερώ,αποεπενδύω,Λωρίδα,στερώ
reentry => Επαναφορά, reentrant polygon => Επαναλαμβανόμενο πολύγωνο, reentrant angle => Εισερχόμενη γωνία, re-entrant => επανεισόδου, reentrant => επανεισερχόμενο,