FAQs About the word ravened

πεινασμένος

of Raven

γεμάτο,καταβροχθίστηκε,κατάπιε,εισπνεόμενο,κορόιδευε,μπουλονάρω,Μπουχτισμένος,λαιμαργό,γεμάτος,καταβροχθίζω

διάλεξε,δαγκωμένο,ραμφισμένος

ravenala madagascariensis => Ραβενάλα η μαδαγασκαρική, ravenala => δέντρο του ταξιδιώτη, raven => κόρακας, ravelling => ξετύλιγμα, ravelled => μπερδεμένος,