Greek Meaning of promisingly
ελπιδοφόρα
Other Greek words related to ελπιδοφόρα
Nearest Words of promisingly
Definitions and Meaning of promisingly in English
promisingly (r)
in an auspicious manner
FAQs About the word promisingly
ελπιδοφόρα
in an auspicious manner
ευνοϊκά,θετικά,τέλεια,σωστά,ορθά,κατάλληλα,σωστά,κατάλληλα,καλά,εντάξει
έξω,ξεστρατισμένο,στραβά,άσχημα,λάθος,εσφαλμένος,ακατάλληλα,ακατάλληλα,λανθασμένα,εσφαλμένως
promising => ελπιδοφόρος, promiser => υποσχόμενος, promisee => λήπτης υπόσχεσης, promised land => γη της επαγγελίας, promise => υπόσχεση,