Greek Meaning of problem-oriented language
Γλώσσα προσανατολισμένη στο πρόβλημα
Other Greek words related to Γλώσσα προσανατολισμένη στο πρόβλημα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of problem-oriented language
- problematically => προβληματικά
- problematical => προβληματικός
- problematic => προβληματικός
- problem solving => επίλυση προβλημάτων
- problem solver => Επίλυση προβλημάτων
- probity => Ακεραιότητα
- probiotic microflora => Προβιοτική μικροχλωρίδα
- probiotic flora => Προβιοτική χλωρίδα
- probiotic bacterium => προβιοτικό βακτήριο
- probiotic => προβιοτικά
- proboscidea => Ρυγχωτά
- proboscidea arenaria => Προβοσκιδωτά
- proboscidea fragrans => προβοσκιδέα η μυρωδάτη
- proboscidea louisianica => Proboscidea louisianica
- proboscidean => Προβοσκίδες
- proboscidian => Προβοσκιδωτά
- proboscis => Προβοσκίδα
- proboscis flower => Λουλούδι με προβοσκίδα
- proboscis monkey => Πιθηκοπρόσωπος
- proboscis worm => Προβοσκιδωτό σκουλήκι
Definitions and Meaning of problem-oriented language in English
problem-oriented language (n)
a language whose statements resemble terminology of the user
FAQs About the word problem-oriented language
Γλώσσα προσανατολισμένη στο πρόβλημα
a language whose statements resemble terminology of the user
No synonyms found.
No antonyms found.
problematically => προβληματικά, problematical => προβληματικός, problematic => προβληματικός, problem solving => επίλυση προβλημάτων, problem solver => Επίλυση προβλημάτων,