Greek Meaning of plywood
Κόντρα πλακέ
Other Greek words related to Κόντρα πλακέ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of plywood
- plzen => Πίλζεν
- pm => μ.μ.
- pms => Σύνδρομο προεμμηνορρυσιακής έντασης
- p-n junction => διάβαση p-n
- pneometer => Πνευμόμετρο
- pneumatic => πνευματικός
- pneumatic caisson => Πνευματικός θάλαμος
- pneumatic drill => Πνευματικό τρυπάνι
- pneumatic hammer => Πνευματικό σφυρί
- pneumatic tire => Πνευµατικό ελαστικό
Definitions and Meaning of plywood in English
plywood (n)
a laminate made of thin layers of wood
FAQs About the word plywood
Κόντρα πλακέ
a laminate made of thin layers of wood
No synonyms found.
No antonyms found.
plymouth rock => Πλίμουθ Ροκ, plymouth colony => Αποικία του Πλίμουθ, plymouth brethren => Αδελφοί Πλίμουθ, plymouth => Πλίμουθ, plying => διπλωμένος,