Greek Meaning of penchants

Προτιμήσεις

Other Greek words related to Προτιμήσεις

Definitions and Meaning of penchants in English

penchants

a strong liking, a strong and continued inclination, liking

FAQs About the word penchants

Προτιμήσεις

a strong liking, a strong and continued inclination, liking

συγγένειες,τάσεις,ικανότητες,κλίσεις,Προκαταλήψεις,Οστά,συσκευές,τζίνι,Εθισμοί,αγάπες

αλλεργίες,αποστροφές,αποδοκιμάζει,απροθυμίες,δεν αρέσει,αποστροφή,αποσπάσματα,αδιαφορία,απάθεια,αμεροληψίες

penalizing => τιμωρητικός, penalized => τιμωρηθείς, pen pals => Ανταποκριτές, pen names => ψευδώνυμα, pelts => γούνες,