FAQs About the word patched (together)

μπαλωμένος (μαζί)

to put (something) together usually in a quick or careless way

λιθόστρωτο (μαζί ή πάνω),διακεκομμένη (εκτός),Ξεράω,προσωρινά επιδιορθωμένο

κατασκευασμένο,διαμορφωμένο,σφυρηλατημένος,σφυρηλατημένο,χειροποίητος

patch (together) => μπαλώνω (μαζί), pat on the back => Ένα χτύπημα στην πλάτη, pat down => έρευνα, pastures => Λιβάδια, pasturelands => βοσκότοποι,