Greek Meaning of patched (together)
μπαλωμένος (μαζί)
Other Greek words related to μπαλωμένος (μαζί)
Nearest Words of patched (together)
Definitions and Meaning of patched (together) in English
patched (together)
to put (something) together usually in a quick or careless way
FAQs About the word patched (together)
μπαλωμένος (μαζί)
to put (something) together usually in a quick or careless way
λιθόστρωτο (μαζί ή πάνω),διακεκομμένη (εκτός),Ξεράω,προσωρινά επιδιορθωμένο
κατασκευασμένο,διαμορφωμένο,σφυρηλατημένος,σφυρηλατημένο,χειροποίητος
patch (together) => μπαλώνω (μαζί), pat on the back => Ένα χτύπημα στην πλάτη, pat down => έρευνα, pastures => Λιβάδια, pasturelands => βοσκότοποι,