FAQs About the word partaken

συμμετοχής

of Partake

γνωστός,συμμετείχε,κοινός,έμπειρος,έλαβε,είδα,αποδεκτό,συναντημένος,άντεξε,Τσόχα

νηστεύοντας,δίαιτα

partake in => Παρακολουθείν, partake => συμμετέχω, partage => κοινοποίηση, partable => Διαμεριστός, part with => αποχωρίζομαι,