FAQs About the word optically

Definition not available

in an optical mannerBy optics or sight; with reference to optics.

Οπτικός,οπτικός,οφθαλμικός,εστίαση,βλέποντας,τυφλός

Μη οπτικός

optical telescope => Οπτικό τηλεσκόπιο, optical pyrometer => Οπτικό πυρόμετρο, optical prism => Οπτικό πρίσμα, optical phenomenon => Οπτικό φαινόμενο, optical opacity => οπτική αδιαφάνεια,