Greek Meaning of open air
υ outdoors
Other Greek words related to υ outdoors
Nearest Words of open air
- open chain => Ανοιχτή αλυσίδα
- open circuit => ανοικτό κύκλωμα
- open door => Ανοιχτή πόρτα
- open fire => Φωτιά στο ύπαιθρο
- open fireplace => τζάκι
- open fracture => Ανοιχτό κάταγμα
- open frame => Ανοιχτό πλαίσιο
- open house => ημέρα ελεύθερης εισόδου
- open interval => Ανοικτό διάστημα
- open letter => ανοιχτή επιστολή
Definitions and Meaning of open air in English
open air (n)
where the air is unconfined
open air (s)
in the open air
open air (a.)
Taking place in the open air; outdoor; as, an open-air game or meeting.
FAQs About the word open air
υ outdoors
where the air is unconfined, in the open airTaking place in the open air; outdoor; as, an open-air game or meeting.
υπαίθριο,Έξω,σε εξωτερικούς χώρους,αέρινος,σε εξωτερικούς χώρους,εξωτερικός,εξωτερικός,έξω από την πόρτα,Υπαίθρια,εξωτερικός
εσωτερικός,εσωτερική,εσωτερικός,μέσα,εσωτερικός,προς τα μέσα,βαθύτερος
open account => Τρεχούμενος λογαριασμός, open => ανοιχτό, opelet => όπελετ, opel => Όπελ, opeidoscope => Οπειδοσκόπιο,