Greek Meaning of innermost
βαθύτερος
Other Greek words related to βαθύτερος
Nearest Words of innermost
- innerly => εσωτερικά
- inner tube => Σαμπρέλα
- inner resource => εσωτερικούς πόρους
- inner product => Εσωτερικό γινόμενο
- inner mongolia => Εσωτερική Μογγολία
- inner light => Εσωτερικό φως
- inner hebrides => Εσωτερικές Εβρίδες
- inner ear => εσωτερικό αυτί
- inner city => κέντρο πόλης
- inner circle => εσωτερικός κύκλος
Definitions and Meaning of innermost in English
innermost (s)
being deepest within the self
situated or occurring farthest within
innermost (a.)
Farthest inward; most remote from the outward part; inmost; deepest within.
FAQs About the word innermost
βαθύτερος
being deepest within the self, situated or occurring farthest withinFarthest inward; most remote from the outward part; inmost; deepest within.
εσώτερος,εσωτερικός,εσωτερική,μέσα,εσωτερικός,προς τα μέσα,μέση,κεντρικός,μέση,μεσαίο
εξωτερικός,εξωτερικός,εξωτερικός,έξω,εξωτερικός,εξωτερικότατος,επιφάνεια,εξώτατο
innerly => εσωτερικά, inner tube => Σαμπρέλα, inner resource => εσωτερικούς πόρους, inner product => Εσωτερικό γινόμενο, inner mongolia => Εσωτερική Μογγολία,