Greek Meaning of on-the-spot

επί τόπου

Other Greek words related to επί τόπου

Definitions and Meaning of on-the-spot in English

FAQs About the word on-the-spot

επί τόπου

άμεσα,αμέσως,αμέσως,τώρα,αμέσως,δεξιά,αμέσως,μακριά,αμέσως,με κεφάλι κάτω

αργά,αργά,αργά

on-the-scene => στον τόπο του εγκλήματος, on-the-job => επί τόπου, ontario => Οντάριο, on-street => στο δρόμο, onstead => αντί,