FAQs About the word momentarily

στιγμιαία

for an instant or moment, at any momentEvery moment; from moment to moment.

σύντομα,σύντομα,σύντομα,σταδιακά,άμεσα,αμέσως,άμεσα,αμέσως,τώρα,αυτή τη στιγμή

No antonyms found.

momentany => στιγμιαίος, momentaneous => στιγμιαίος, momentally => προσωρινά, momental => στιγμιαίο, momenta => στιγμές,