Greek Meaning of oasis
όαση
Other Greek words related to όαση
- κατοικία
- αγκυροβόλιο
- άσυλο
- λιμάνι
- καταφύγιο
- Υποχώρηση
- ιερό
- καταφύγιο
- έξοδος κινδύνου
- κατοικία
- κατοικία
- κατοικία
- Καταφύγιο
- λιμάνι
- κρυψώνα
- σπίτι
- στέγαση
- αγκυροβόλιο
- λιμάνι
- τεταρτημόρια
- κατοικία
- ανάπαυση
- στέγη
- ιερό
- οθόνη
- κάστρο
- Μονή
- ντουλάπα
- εξώφυλλο
- κρυμμένος
- φωλιά
- ανασκαφές
- ταχύτητα
- οχυρό
- οχύρωμα
- ερημητήριο
- κρυψώνα
- φωλιά
- υπήνεμη πλευρά
- κατάλυμα
- διαμονή
- κατάλυμα
- μαξιλάρι
- Παλαισάδα
- τόπος
- προμαχώνας
- αποθήκη
- οχύρωση
Nearest Words of oasis
Definitions and Meaning of oasis in English
oasis (n)
a fertile tract in a desert (where the water table approaches the surface)
a shelter serving as a place of safety or sanctuary
oasis (n.)
A fertile or green spot in a waste or desert, esp. in a sandy desert.
FAQs About the word oasis
όαση
a fertile tract in a desert (where the water table approaches the surface), a shelter serving as a place of safety or sanctuaryA fertile or green spot in a wast
κατοικία,αγκυροβόλιο,άσυλο,λιμάνι,καταφύγιο,Υποχώρηση,ιερό,καταφύγιο,έξοδος κινδύνου,κατοικία
No antonyms found.
oases => οάσεις, oas => Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, oary => ερετικό, oarswoman => Κωπηλάτης, oarsweed => Κωπηλασία,