Greek Meaning of musses (up)
μπερδεύει
Other Greek words related to μπερδεύει
Nearest Words of musses (up)
Definitions and Meaning of musses (up) in English
musses (up)
to batter or handle roughly, to make chaotic or incoherent
FAQs About the word musses (up)
μπερδεύει
to batter or handle roughly, to make chaotic or incoherent
χαντακώνω,συμβόλαια,κυματιστός,αυλάκια,πλέκει,κυματάκια,βολάν,πτυχές,κρίμπα,πατατάκια
ισοπεδώνει,σίδερα,ξεσιδερώνει,πιεστήρια,λειαίνει,λειαίνει,λειαίνει,Άρτια,λειαίνει,ισιώνει
musses => τσακισμένο, mussed (up) => ανακατεμένος, muss (up) => Χάλασε (πάνω), Muslims => Μουσουλμάνοι, muskrats => Μόσχοντας,