Greek Meaning of messes (up)

χαντακώνω

Other Greek words related to χαντακώνω

Definitions and Meaning of messes (up) in English

messes (up)

to make a mistake

FAQs About the word messes (up)

χαντακώνω

to make a mistake

χτυπήματα,τσαπατσουλιά,κάνει λάθος,φόνοι,ερείπια,μπότες,γκάφες,Ζημιές,Άρης,φούντες

θεραπευτικά μέσα,βελτιώνει,καλύτερη,βελτιώνει,βοηθάει,βελτιώνει,διορθώνει,διυλίζει,μεταρρυθμίσεις,γιατροί

messes => χάος, messengers => αγγελιοφόροι, messed up => χάλια, messed over => χαντακωσε, messed around => Χαντάκησε,