Greek Meaning of messmates
συνδαιτυμόνες
Other Greek words related to συνδαιτυμόνες
- συνεργάτες
- συμμαθητές
- συνάδελφοι
- φίλοι
- συμπατριώτες
- ομότιμοι
- σύντροφοι
- Συγκάτοικοι
- συμμαθητές
- συμμαθητές
- ναυτικοί
- συμπαίκτες
- Συνένοχοι
- θυγατρικές
- σύμμαχοι
- φίλοι
- φίλοι
- συνάδελφοι
- Συνεκτικοί
- συνεργάτες
- συνομόσπονδοι
- Εμπιστοδόχοι
- συμπατριώτες
- συνάδελφοι
- φίλοι
- είναι ίσο με
- συντρόφοι
- φίλοι
- ήμισυ
- εγκάρδιος
- φίλοι
- οικείοι
- φίλοι
- φίλοι
- εταίροι
- συνομήλικοι
- συγκάτοικοι
- συγκάτοικοι
- συγκάτοικοι
- συνάδελφοι
- συνοδοί
- φίλοι
- παράσιτα
- Βδέλλες
- παράσιτα
Nearest Words of messmates
Definitions and Meaning of messmates in English
messmates
a person with whom one regularly takes mess (as on a ship), a member of a mess (as on a ship)
FAQs About the word messmates
συνδαιτυμόνες
a person with whom one regularly takes mess (as on a ship), a member of a mess (as on a ship)
συνεργάτες,συμμαθητές,συνάδελφοι,φίλοι,συμπατριώτες,ομότιμοι,σύντροφοι,Συγκάτοικοι,συμμαθητές,συμμαθητές
No antonyms found.
messing up => μπερδεμα, messing over => ταλαιπωροντας, messing around => αστειεύομαι, messing (up) => χάνοντας (πάνω), messes (up) => χαντακώνω,