Greek Meaning of melodramatically

μελοδραματικά

Other Greek words related to μελοδραματικά

Definitions and Meaning of melodramatically in English

Wordnet

melodramatically (r)

as in a melodrama

in an overly emotional manner

FAQs About the word melodramatically

μελοδραματικά

as in a melodrama, in an overly emotional manner

δραματικός,θεατρικός,θεατρικός,εμφανής,υπερβολικός,χάμμι,υστερικός,staged,θεατρικός,θεατρικό

συντηρητικός,αглуτισμένος,μη δραματικός,συγκρατημένος,ήρεμος,ήρεμος (κάτω),ανεπηρέαστος,ήπιος,ανεπιτήδευτος,διακριτικός

melodramatic => Μελοδραματικός, melodrama => Μελόδραμα, melodizing => μελωδοποιώντας, melodized => μελωδοποιημένο, melodize => μελωδήσω,