Greek Meaning of lots
πολλά
Other Greek words related to πολλά
- άσος
- δημητριακά
- μικρός
- μπουκιές
- Φιστίκια
- Σκραπ
- σεισμοί
- Σκιές
- κηλίδες
- τρούφες
- άτομα
- bits
- ψίχουλα
- dabs
- τελείες
- δράμια
- σταγόνες
- κηλίδες
- θραύσματα
- λάμπει
- Κοκκώδη
- χούφτες
- ενδείξεις
- ακάρεα
- Μόρια
- _
- ουγκιές
- σωματίδια
- τσιμπήματα
- ακτίνες
- ενότητες
- σκιές
- θρύμματα
- κηλίδες
- ψεκάσματα
- στελέχη
- ραβδώσεις
- υποψίες
- οι γεύσεις
- αγγίζει
- ίχνη
- πλάνα
- παύλες
- σταγόνες
- Μύγες
- χούφτα
- ιότες
- σημεία
- στερείται
- Μικρά ποσά
- κομμάτια
- σκόνες
- Μικρές ανωμαλίες
- κομμάτια
- ψίχουλα
- μερίδες
- σπινθήρες
- Ελλείψεις
- smattering
- γνωρίζει ελάχιστα
- ψίχουλο
- ίχνος
- ψίχουλα
- σβώλος
- τίτλοι
- θέλει
- Πεντηκοστή
- ελλείψεις
- απουσίες
- ελλείψεις
- ελλείμματα
- Λιμοί
- ελλείψεις
- ανεπάρκειες
- ελλείψεις
- φτώχεια
- ελλείψεις
- υποεφοδιασμένος
Nearest Words of lots
Definitions and Meaning of lots in English
lots (n)
a large number or amount
lots (r)
to a very great degree or extent
FAQs About the word lots
πολλά
a large number or amount, to a very great degree or extent
οικόπεδα,ιδιότητες,δέματα,επιθέματα,πιατέλες,φυλλάδια,εξελίξεις,Μετώπες,μισθώσεις
άσος,δημητριακά,μικρός,μπουκιές,Φιστίκια,Σκραπ,σεισμοί,Σκιές,κηλίδες,τρούφες
lotos-eater => Λωτοφάγος, lotos => λωτός, lotophagi => Λωτοφάγοι, lotong => Λοτόγκ, loto => Λότο,