Greek Meaning of liquefies
υγροποιεί
Other Greek words related to υγροποιεί
Nearest Words of liquefies
Definitions and Meaning of liquefies in English
liquefies
to become liquid, to reduce to a liquid state, to make or become liquid
FAQs About the word liquefies
υγροποιεί
to become liquid, to reduce to a liquid state, to make or become liquid
ασφάλειες,λιώνει,διαλύεται,δίνει,Απόψυξη,υγροσκοπικός,ροές,ιδρύει,υδρορροές,τρέχει
πήζει,σκληραίνει,σύνολα,στερεοποιεί,θρόμβοι,πήζει,πηκτές ουσίες,παχύνονται,ζελέ,πήζει
lips => χείλη, lippy => θρασύς, lion's share => το μερίδιο του λέοντος, lionization => λέοντες, linty => Χνουδωτός,