Greek Meaning of limner
ζωγράφος
Other Greek words related to ζωγράφος
- απεικονίζω
- Περιγράφω
- απεικονίζω
- χαρακτηρίζει
- ορισμός
- αποτυπώνω
- ζωγραφίζω
- εικονογραφώ
- εικόνα
- περίγραμμα
- Χρώμα
- εικόνα
- διηγούμαι
- Αποδίδω
- αναχωρώ
- σκίτσο
- αποδεικνύω
- Οθόνη
- έκθεση
- υπόδειξη
- ετικέτα
- αφηγούμαι
- πληροί τις προϋποθέσεις
- απαγγέλλω
- Επαναδιατυπώνω
- πρόβα
- σχετίζεσθαι
- Αναφορά
- εκπροσωπώ
- Δείχνω
- προτείνω
- συνοψίζω
- συνοψίζω
- λέω
- ίχνος
Nearest Words of limner
- limniad => λιμναίος
- limning => σχεδιασμός
- limnobium => Limnobium
- limnocryptes => Λιμνοκρύπτης
- limnocryptes minima => Λιμνόγρυλας
- limnodium spongia => Σπογγώδες λιμνόδιον
- limnodromus => Νεροκοτσύφης
- limnodromus griseus => Επιφυλλοσκόπος
- limnodromus scolopaceus => Καλαμοκανά
- limnological => λιμνολογικός
Definitions and Meaning of limner in English
limner (n)
a painter or drawer of portraits
limner (n.)
A painter; an artist
One who paints portraits.
One who illuminates books.
FAQs About the word limner
ζωγράφος
a painter or drawer of portraitsA painter; an artist, One who paints portraits., One who illuminates books.
απεικονίζω,Περιγράφω,απεικονίζω,χαρακτηρίζει,ορισμός,αποτυπώνω,ζωγραφίζω,εικονογραφώ,εικόνα,περίγραμμα
χρώμα,[παραμορφωμένο],παραποιώ,παραποιώ,αναφέρω λανθασμένα,στρέφω,παραμόρφωση,διαστρέφω,Περιγράφω λάθος
limned => σκιαγραφημένο, limn => σχεδιάζω, limmer => αστραφτερός, limitour => Οριοθέτης, limitlessness => απεριόριστοτητα,