Greek Meaning of interparietal
Μεσόλοβος
Other Greek words related to Μεσόλοβος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of interparietal
- interpale => διακοπτόμενος
- interosseous => διαοστέινος
- interosseal => μεσοστιάδιος
- interosculate => επικοινωνούν μεταξύ τους
- interosculant => αλληλοκαλυπτόμενο
- interorbital => μεσοτροχιτικός
- interoperculum => μεσοπώλιο
- interoperable => συμβατό
- interoperability => διαλειτουργικότητα
- interocular lens implant => Ενδοφακός
Definitions and Meaning of interparietal in English
interparietal (a.)
Between the parietal bones or cartilages; as, the interparietal suture.
interparietal (n.)
The interparietal bone or cartilage.
FAQs About the word interparietal
Μεσόλοβος
Between the parietal bones or cartilages; as, the interparietal suture., The interparietal bone or cartilage.
No synonyms found.
No antonyms found.
interpale => διακοπτόμενος, interosseous => διαοστέινος, interosseal => μεσοστιάδιος, interosculate => επικοινωνούν μεταξύ τους, interosculant => αλληλοκαλυπτόμενο,