Greek Meaning of interpeal
Ερωτηματίζω
Other Greek words related to Ερωτηματίζω
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of interpeal
- interpause => παύση
- interparietal suture => Βρεγματικό ράμμα
- interparietal => Μεσόλοβος
- interpale => διακοπτόμενος
- interosseous => διαοστέινος
- interosseal => μεσοστιάδιος
- interosculate => επικοινωνούν μεταξύ τους
- interosculant => αλληλοκαλυπτόμενο
- interorbital => μεσοτροχιτικός
- interoperculum => μεσοπώλιο
- interpedencular => Διαπεδoυκιικός
- interpel => ερώτηση
- interpellant => ερωτών
- interpellate => επερωτάω
- interpellation => Επερώτηση
- interpenetrate => διεισδύω αμοιβαία
- interpenetration => αλληλοδιείσδυση
- interpenetrative => αλληλοδιεισδυτικός
- interpercular => μεσοβραγχικό
- interpersonal => διαπροσωπικός
Definitions and Meaning of interpeal in English
interpeal (v. t.)
To interpel.
FAQs About the word interpeal
Ερωτηματίζω
To interpel.
No synonyms found.
No antonyms found.
interpause => παύση, interparietal suture => Βρεγματικό ράμμα, interparietal => Μεσόλοβος, interpale => διακοπτόμενος, interosseous => διαοστέινος,