FAQs About the word interpale

διακοπτόμενος

To place pales between or among; to separate by pales., To interweave or interlace.

No synonyms found.

No antonyms found.

interosseous => διαοστέινος, interosseal => μεσοστιάδιος, interosculate => επικοινωνούν μεταξύ τους, interosculant => αλληλοκαλυπτόμενο, interorbital => μεσοτροχιτικός,