Greek Meaning of interceders
πρεσβευτές
Other Greek words related to πρεσβευτές
- πρέσβεις
- δικηγόροι
- μεσίτες
- προσκρουστήρες
- διαμεσολαβητές
- έντιμοι μεσίτες
- μεσῑτευτές
- μεσάζοντες
- Ενδιαμέσων
- Συνδέσεις
- διαμεσολαβητές
- μεσάζοντες
- διαπραγματευτές
- διαπραγματευτές
- ειρηνοποιοί
- σύμβουλοι
- σύμβουλοι
- πράκτορες
- σύμβουλοι
- Αντιπρόσωποι
- Βουλευτές
- απεσταλμένοι
- παράγοντες
- παρεμβολείς
- δικαστές
- μέσα ενημέρωσης
- Συντονιστές
- διαμεσολαβητές
- διαιτητές
- εκπρόσωποι
- κατευναστές
- διαιτητές
- Διαιτητές
- διαπραγματευτές
- Φιλοπερίεργοι
- σύμβουλοι
- απεσταλμένοι
- μεσολαβητές
- παρεμβολείς
- λεγάτοι
- παρεμβατικοί
- αγγελιοφόροι
- ειρηνοποιοί
- εισαγγελείς
- συνδιαλλακτές
- ανιχνευτές προβλημάτων
- Διαιτητές
Nearest Words of interceders
- intercessors => μεσῑτευτές
- intercommunicated => διασυνδεδεμένος
- intercommunicating => Επικοινωνιακός
- interconnecting => διασυνδεόμενος
- interconnects => Διασυνδέσεις
- interdictions => απαγορεύσεις
- interdicts => απαγορεύει
- interests => συμφέροντα
- interfacing => Διεπαφή
- interfere (with) => παρεμβάλλω (σε)
Definitions and Meaning of interceders in English
interceders
to act as a go-between for hostile parties, to intervene between parties with a view to reconciling differences, to plead in behalf of another
FAQs About the word interceders
πρεσβευτές
to act as a go-between for hostile parties, to intervene between parties with a view to reconciling differences, to plead in behalf of another
πρέσβεις,δικηγόροι,μεσίτες,προσκρουστήρες,διαμεσολαβητές,έντιμοι μεσίτες,μεσῑτευτές,μεσάζοντες,Ενδιαμέσων,Συνδέσεις
No antonyms found.
intents => πρόθεση, intentions => Προθέσεις, intends => σκοπεύει, intendance => διοίκηση, intelligences => Νοημοσύνες,