Greek Meaning of insuppressive
μη κατασταλτικός
Other Greek words related to μη κατασταλτικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of insuppressive
- insurability => ασφαλισιμότητα
- insurable => ασφαλίσιμος
- insurable interest => Ασφαλίσιμο συμφέρον
- insurance => ασφάλιση
- insurance agent => Ασφαλιστικός πράκτορας
- insurance broker => Ασφαλιστικός μεσίτης
- insurance claim => αίτημα αποζημίωσης ασφάλισης
- insurance company => ασφαλιστική εταιρεία
- insurance coverage => Ασφαλιστική κάλυψη
- insurance firm => Ασφαλιστική εταιρεία
Definitions and Meaning of insuppressive in English
insuppressive (a.)
Insuppressible.
FAQs About the word insuppressive
μη κατασταλτικός
Insuppressible.
No synonyms found.
No antonyms found.
insuppressible => καταπιεστικός, insupposable => απίθανο, insupportable => αβάσταχτος, insuperably => αξεπέραστα, insuperable => ανυπέρβλητος,