FAQs About the word insufficience

ανεπάρκεια

Insufficiency.

έλλειψη,έλλειμμα,ατέλεια,ανεπάρκεια,ανεπάρκεια,ατελής,ανεπάρκεια,έλλειψη,ανάγκη,μειονέκτημα

Πληρότητα,πληρότης

insufferably => ανυπόφορος, insufferable => ανυπόφορος, insuetude => συνήθεια, insue => Ακολουθώ, insuccess => αποτυχία,