FAQs About the word inscriber

Χαράκτης

One who inscribes.

σκαλίζω,χαράζω,χαράσσω,επίθημα,τάφος,χαράζω,γλυπτική,σμιλεύω,γλυπτική,ίχνος

εξαιρείς,εκβάλλω,παραλείπω,απορρίπτω,Επιλέγω,Διαγραφή από το χρηματιστήριο,διαγράφω,παραβλέπω

inscribed => εγγεγραμμένος, inscribe => χαράσσει, inscribableness => εγχάραχτος, inscribable => Επιγραφικό, insconce => κρύβω,