Greek Meaning of infringe (on or upon)
παραβιάζω (κάτι ή σε κάτι)
Other Greek words related to παραβιάζω (κάτι ή σε κάτι)
Nearest Words of infringe (on or upon)
- informs (on) => ενημερώνει (για)
- informs => ενημερώνει
- informing (on) => ενημερώνοντας (για)
- informing (against) => πληροφορία (κατά)
- informers => πληροφοριοδότες
- informed (on) => ενημερωμένος (για)
- informed (against) => κατήγγειλε (εναντίον)
- informants => πληροφοριοδότες
- inform (on) => καταγγέλλω
- inform (against) => ενημερώνω (εναντίον)
- infringed (on or upon) => παραβιάστηκε (ή παραβιάστηκε)
- infringements => παραβάσεις
- infringes (on or upon) => παραβιάζει (σε ή σε)
- infringing (on or upon) => Παραβιάζοντας (επί ή επί)
- infuriates => εξοργίζει
- ingénue => αφελή κοπέλα
- ingénues => Αφελείς
- ingather => συλλέγειν
- ingathered => συλλεγμένα
- ingatherings => συγκεντρώσεις
Definitions and Meaning of infringe (on or upon) in English
infringe (on or upon)
No definition found for this word.
FAQs About the word infringe (on or upon)
παραβιάζω (κάτι ή σε κάτι)
Σπάω,παραβίαση,παραβιάζω,κάταγμα,προσβάλλω,προσπερνώ,παραβαίνω,φυσάω μακριά,αγνοώ,αψηφώ
συμμορφώνω (με),να συμμορφωθεί (με),ακολουθήστε,υπακούω,παρατηρώ,υποβάλλω (σε),υποχωρώ,αναβάλω (σε),ακούω,ακούω (κάποιον)
informs (on) => ενημερώνει (για), informs => ενημερώνει, informing (on) => ενημερώνοντας (για), informing (against) => πληροφορία (κατά), informers => πληροφοριοδότες,