FAQs About the word imputative

καταλογιστός

Transferred by imputation; that may be imputed.

υπαινιγμός,υπόνοια,συκοφαντία,προσβολή,συκοφαντία,ταπείνωση,προσβολή,υπόνοια,συκοφαντία,Μουντζούρα

No antonyms found.

imputation => καταλογισμός, imputably => προσμετρητέο, imputableness => λογοδοσία, imputable => αιτιολογήσιμος, imputability => υπαιτιότητα,