Greek Meaning of impugnable
αμφισβητήσιμος
Other Greek words related to αμφισβητήσιμος
- κατηγορώ
- ενοχή
- καταδικάζω
- επικρίνω
- καταγγέλλω
- ένσταση
- τιμωρώ
- μομφή
- μαλώνω
- αναφορά
- διάολε
- συκοφαντώ
- λάθος
- καθαιρώ
- εμπλέκω
- ενοχοποιώ
- κατηγορώ
- διώκω
- επίπληξη
- καλέω
- προσπαθώ
- να καλέσω
- κατηγορώ
- βιβλίο
- χρέωση
- ενοχοποιώ
- πλαίσιο
- ενοχοποιώ
- όνομα
- Επίπληξη
- Αναφορά
- άσωτος
- Επιτιμώ
- ανταποδίδω
- μηνύω
- φόρος
- ενημερώνω (εναντίον)
Nearest Words of impugnable
Definitions and Meaning of impugnable in English
impugnable (s)
subject to being discredited
impugnable (a.)
Capable of being impugned; that may be gainsaid.
FAQs About the word impugnable
αμφισβητήσιμος
subject to being discreditedCapable of being impugned; that may be gainsaid.
κατηγορώ,ενοχή,καταδικάζω,επικρίνω,καταγγέλλω,ένσταση,τιμωρώ,μομφή,μαλώνω,αναφορά
συνήγορος,Αμύνω,δικαιολογώ,πρωταθλητής,δικαιολογία,απαλλάσσειν,συγχωρώ,συγχώρεση,αποστείλω,δικαιώνω
impugn => αμφισβητώ, impudicity => αναισχυντία, impudently => αναίδεια, impudent => Θρασύς, impudency => Αναίδεια,