FAQs About the word holidaymaker

τουρίστας

someone who travels for pleasure

τουρίστας,ταξιδιώτης,Ταξιδιώτης,παραθεριστής,εκδρομέας,παραθεριστής,οικότροφος,ταξιδιώτης,παραθεριστής,Επισκέπτης

No antonyms found.

holiday season => Εορταστική περίοδος, holiday resort => Θερέτρο, holiday => αργία, holidam => αργία, holibut => Ιππόγλωσσα,