Greek Meaning of highland
οροπέδιο
Other Greek words related to οροπέδιο
- λόφος
- λόφος
- βουνό
- οροπέδιο
- μπλόφα
- γκρεμός
- Γκρεμός
- υψόμετρο
- Ο eminence
- πρόποδες
- καμπούρα
- Λόφος
- οροπέδιο
- εξέχουσα θέση
- κορυφογραμμή
- Υψόμετρο
- Άλπεις
- επιτραπέζιο βουνό
- θόλος
- ύψος
- λόφος
- λοφίσκος
- πόμολο
- Τραπέζι
- τοποθετώ
- κορυφή
- γκρεμός
- ανέβαινω
- πριόνι
- απότομος
- Ζάχαρη σε σκόνη
- τραπέζι
- οροπέδιο
- Tor
- χαμηλώματα
Nearest Words of highland
- highland fling => Xάιλαντ φλινγκ
- highland scot => Σκωτσέζος της Επαρχίας
- highlander => ορειβάτης
- highlandry => καμία μετάφραση
- highlands => υψίπεδα
- highlands of scotland => Υψίπεδα της Σκωτίας
- high-level => υψηλού επιπέδου
- high-level formatting => Μορφοποίηση υψηλού επιπέδου
- high-level language => Γλώσσα υψηλού επιπέδου
- high-level radioactive waste => Ραδιενεργά απόβλητα υψηλής δραστηριότητας
Definitions and Meaning of highland in English
highland (n)
elevated (e.g., mountainous) land
highland (a)
used of high or hilly country
highland (n.)
Elevated or mountainous land; (often in the pl.) an elevated region or country; as, the Highlands of Scotland.
FAQs About the word highland
οροπέδιο
elevated (e.g., mountainous) land, used of high or hilly countryElevated or mountainous land; (often in the pl.) an elevated region or country; as, the Highland
λόφος,λόφος,βουνό,οροπέδιο,μπλόφα,γκρεμός,Γκρεμός,υψόμετρο,Ο eminence,πρόποδες
πεδινή,κοιλάδα,λεκάνη,Πάτος,κοιλάδα,κοιλάδα,κατάθλιψη,επίπεδος,φαράγγι,κούφιος
high-keyed => υψηλής τονικότητας, highjacking => αεροπειρατεία, highjacker => αεροπειρατής, highjack => απαγωγή, high-interest => υψηλής απόδοσης,