FAQs About the word hearkening

ακούγοντας

of Hearken

ακρόαση,παρών,ακρόαση,harking,ακρόαση,δίνοντας σημασία,έχοντας υπόψη,ακούω με προσοχή

αγνοώντας,έκπτωση,αγνοώντας,Συντονισμός

hearkener => ακροατής, hearkened => άκουσε, hearken => ακούω, hearing-impaired => βαρήκοος, hearing officer => Υπάλληλος ακροάσεων,