Greek Meaning of guarantying
εγγυημένος
Other Greek words related to εγγυημένος
Nearest Words of guarantying
Definitions and Meaning of guarantying in English
guarantying (p. pr. & vb. n.)
of Guaranty
FAQs About the word guarantying
εγγυημένος
of Guaranty
διαβεβαιωτικός,διασφαλίζοντας,εγγυάται,ασφάλιση,προστασία,διαβεβαιώνοντας,πιστοποίηση,σύσφιξη,γλάσο,υπόσχεση
απονομευτικά,εξασθένιση,αποδυναμωτικό
guaranty => εγγύηση, guarantor => εγγυητής, guarantied => εγγυημένο, guarantees => εγγυήσεις, guaranteeing => εγγυάται,