Greek Meaning of gallowglasses
Γκαλογκλάσοι
Other Greek words related to Γκαλογκλάσοι
- πρωταθλητές
- Στρατιώτες
- εκσκαφείς
- κληρωτοί
- εγγεγραμμένοι
- Χωροφύλακες
- ιππότες
- νεοσύλλεκτοι
- εφεδροί
- βετεράνοι
- μαχητές
- συνομόσπονδοι
- Αντάρτες
- αντάρτες
- αντάρτες
- αντάρτες
- Μη μαχόμενοι
- αντάρτες
- Πολεμικά άλογα
- Ηπειρωτικός Στρατός
- GI
- Στρατιώτες
- Φρουροί
- Ακανόνιστη
- Λογχοφόροι
- ισοβίτες
- οπλίτες πολιτοφυλακής
- λεπτολεπτολόγοι
- Παραστρατιωτικοί
- αντάρτες
- λόγχη
- Δορυφόροι
Nearest Words of gallowglasses
Definitions and Meaning of gallowglasses in English
gallowglasses
an armed Irish foot soldier, a mercenary or retainer of an Irish chief
FAQs About the word gallowglasses
Γκαλογκλάσοι
an armed Irish foot soldier, a mercenary or retainer of an Irish chief
πρωταθλητές,Στρατιώτες,εκσκαφείς,κληρωτοί,εγγεγραμμένοι,Χωροφύλακες,ιππότες,νεοσύλλεκτοι,εφεδροί,βετεράνοι
Πολίτες
gallopers => Αλογάκια, gallivants => γυρίζει, gallivanting => περιπλάνηση, gallivanted => περιπλανηθεί, gallerias => εμπορικά κέντρα,