Greek Meaning of foodless

Ασίτιστος

Other Greek words related to Ασίτιστος

Definitions and Meaning of foodless in English

Wordnet

foodless (s)

being without food

Webster

foodless (a.)

Without food; barren.

FAQs About the word foodless

Ασίτιστος

being without foodWithout food; barren.

Ψωμί,τρώει,τιμή,τρόφιμα,γεύμα,κρέας,διατάξεις,τραπέζι,τρώω,τσοκ

τοξίνη,Φαρμάκι,κατάρα

foodie => Λάτρης του φαγητού, foodful => γεμάτο φαγητό, food web => Τροφική αλυσίδα, food waste => Απορρίμματα τροφίμων, food turner => Σπάτουλα,