Greek Meaning of federal office
Ομοσπονδιακό γραφείο
Other Greek words related to Ομοσπονδιακό γραφείο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of federal office
- federal national mortgage association => Ομοσπονδιακή Εθνική Ένωση Στεγαστικών Δανείων
- federal law enforcement training center => Κέντρο Εκπαίδευσης Ομοσπονδιακής Επιβολής του Νόμου
- federal judiciary => ομοσπονδιακός δικαστικός κλάδος
- federal job safety law => Ομοσπονδιακός νόμος για την ασφάλεια της εργασίας
- federal islamic republic of the comoros => Ομοσπονδιακή Ισλαμική Δημοκρατία των Κομορών
- federal housing administration => Ομοσπονδιακή Διοίκηση Στέγασης
- federal home loan mortgage corporation => Ομοσπονδιακή εταιρεία στεγαστικών δανείων και υποθηκών (Freddie Mac)
- federal home loan bank system => Το ομοσπονδιακό δανειοδοτικό σύστημα στέγασης
- federal government => Ομοσπονδιακή κυβέρνηση
- federal emergency management agency => Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Καταστάσεων Εκτάκτου Ανάγκης
- federal official => Ομοσπονδιακός υπάλληλος
- federal party => Ομοσπονδιακό κόμμα
- federal protective service => Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας
- federal republic of germany => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
- federal republic of nigeria => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Νιγηρίας
- federal republic of yugoslavia => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας
- federal reserve => Ομοσπονδιακή Τράπεζα
- federal reserve bank => Ομοσπονδιακή τράπεζα αποθεματικών
- federal reserve board => Ομοσπονδιακό Αποθεματικό Συμβούλιο
- federal reserve note => ομοσπονδιακή τραπεζική σημείωση
Definitions and Meaning of federal office in English
federal office (n)
a department of the federal government of the United States
FAQs About the word federal office
Ομοσπονδιακό γραφείο
a department of the federal government of the United States
No synonyms found.
No antonyms found.
federal national mortgage association => Ομοσπονδιακή Εθνική Ένωση Στεγαστικών Δανείων, federal law enforcement training center => Κέντρο Εκπαίδευσης Ομοσπονδιακής Επιβολής του Νόμου, federal judiciary => ομοσπονδιακός δικαστικός κλάδος, federal job safety law => Ομοσπονδιακός νόμος για την ασφάλεια της εργασίας, federal islamic republic of the comoros => Ομοσπονδιακή Ισλαμική Δημοκρατία των Κομορών,