Greek Meaning of federal party
Ομοσπονδιακό κόμμα
Other Greek words related to Ομοσπονδιακό κόμμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of federal party
- federal official => Ομοσπονδιακός υπάλληλος
- federal office => Ομοσπονδιακό γραφείο
- federal national mortgage association => Ομοσπονδιακή Εθνική Ένωση Στεγαστικών Δανείων
- federal law enforcement training center => Κέντρο Εκπαίδευσης Ομοσπονδιακής Επιβολής του Νόμου
- federal judiciary => ομοσπονδιακός δικαστικός κλάδος
- federal job safety law => Ομοσπονδιακός νόμος για την ασφάλεια της εργασίας
- federal islamic republic of the comoros => Ομοσπονδιακή Ισλαμική Δημοκρατία των Κομορών
- federal housing administration => Ομοσπονδιακή Διοίκηση Στέγασης
- federal home loan mortgage corporation => Ομοσπονδιακή εταιρεία στεγαστικών δανείων και υποθηκών (Freddie Mac)
- federal home loan bank system => Το ομοσπονδιακό δανειοδοτικό σύστημα στέγασης
- federal protective service => Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας
- federal republic of germany => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
- federal republic of nigeria => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Νιγηρίας
- federal republic of yugoslavia => Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας
- federal reserve => Ομοσπονδιακή Τράπεζα
- federal reserve bank => Ομοσπονδιακή τράπεζα αποθεματικών
- federal reserve board => Ομοσπονδιακό Αποθεματικό Συμβούλιο
- federal reserve note => ομοσπονδιακή τραπεζική σημείωση
- federal reserve system => Ομοσπονδιακό Σύστημα Αποθεματικών
- federal savings bank => Ομοσπονδιακή Τράπεζα Ταμιευτηρίου
Definitions and Meaning of federal party in English
federal party (n)
a major political party in the United States in the early 19th century; founded by Alexander Hamilton; favored a strong centralized government
FAQs About the word federal party
Ομοσπονδιακό κόμμα
a major political party in the United States in the early 19th century; founded by Alexander Hamilton; favored a strong centralized government
No synonyms found.
No antonyms found.
federal official => Ομοσπονδιακός υπάλληλος, federal office => Ομοσπονδιακό γραφείο, federal national mortgage association => Ομοσπονδιακή Εθνική Ένωση Στεγαστικών Δανείων, federal law enforcement training center => Κέντρο Εκπαίδευσης Ομοσπονδιακής Επιβολής του Νόμου, federal judiciary => ομοσπονδιακός δικαστικός κλάδος,